Theosophical University Press Agency

Μυστήρια της Αρχαίας Ελλάδας

English Dutch

Κοέν Βόνκ

Μέρος Ι: Θόλοι και Ταφικοί Περίβολοι

Το 1870 ο Ερίκος Σλήμαν εξέπληξε τον κόσμο ανακαλύπτοντας την αρχαία Τροία και κατόπιν ανασκάπτοντας τις Μυκήνες (1876), την Τίρυνθα (1884) και άλλες αρχαίες πόλεις, απέδειξε ότι η Ιλιάδα και η Οδύσσεια του Ομήρου βασίζονταν σε ιστορικά γεγονότα μιας ξεχασμένης περιόδου. Αυτό εγκαινίασε νέες προοπτικές σε πολιτισμούς που άνθισαν κατά την Ηρωική Εποχή, πολύ πριν κατασκευαστεί ο Παρθενώνας στην Ακρόπολη των Αθηνών. Από τις ανακαλύψεις του γεννήθηκαν πολλά ερωτήματα. Πότε και από ποιούς κατασκευάστηκαν τα αρχαία ανάκτορα και οι πόλεις; Ποιά ήταν η λειτουργία των διαφόρων μνημείων; Ποιά η προέλευση αυτών των αρχαίων «Ελλήνων»; Τί πίστευαν; Τα προκλητικά αυτά ερωτήματα παραμένουν σε μεγάλο βαθμό εκκρεμή μέχρι τις μέρες μας.

Σήμερα κατά την επικρατούσα θεωρία τα ευρύχωρα ανάκτορα, οι οικίες, τα οχυρά τείχη, οι θαλαμοειδείς τάφοι, οι ταφικοί περίβολοι και οι κυψελοειδείς θάλαμοι στις Μυκήνες, στην Τίρυνθα, στο Άργος, στην Κόρινθο και σε πολλές άλλες αρχαίες πόλεις, κατά κύριο λόγο αλλά όχι αποκλειστικά στην Πελοπόννησο, χτίστηκαν από τους Αχαιούς που επονομάζονταν επίσης Μυκηναίοι. Πριν από τον 20ο αιώνα αυτοί οι λαοί συχνά ονομάζονταν Πελασγοί. Οι Μυκηναίοι θεωρούνται ένα τμήμα Ινδοευρωπαίων από την Κεντρική Ασία που εισέβαλαν στην Ελλάδα αφού διέσχισαν το οροπέδιο της Ανατολίας και /ή την περιοχή του Δούναβη από τον Βορρά. Οι αρχαιολόγοι διαφωνούν ως προς την πορεία που ακολούθησαν και δεν είναι βέβαιοι για το σημείο εκκίνησής τους στην Κεντρική Ασία.

Οι επιστήμονες τοποθετούν χρονικά πολλά αρχαιολογικά ερείπια που αποκαλύφθηκαν στις Μυκήνες, στην Τίρυνθα και αλλού περί το 1600-1100 π. Χ., περίοδος που προσδιορίζεται ως Μυκηναϊκή εποχή. Όμως, οι μαρτυρίες πάνω στις οποίες βασίζεται αυτή η χρονική περίοδος δεν είναι ασφαλής. Δεν διαθέτουμε καταγραφές μιας συγκεκριμένης χρονολόγησης ή καταλόγους βασιλέων ή δυναστειών με καταγεγραμμένη τη διάρκεια της βασιλείας τους από όπου θα μπορούσαμε να αντλήσουμε ένα σύστημα χρονολόγησης. Η χρονολόγηση δια του ραδιοάνθρακα βοηθάει τους αρχαιολόγους να χρονολογούν ευρήματα όχι αρχαιότερα των 40.000 ετών, αλλά αντιμετωπίζει προβλήματα ως προς την εύρεση κατάλληλων δειγμάτων και την ακρίβεια αυτής της ίδιας της μεθόδου που έχει περιθώριο λάθους συν-πλην 40- 150 χρόνια. Ένα άλλο ζήτημα είναι η ποικιλία αναλογίας άνθρακα -14 κατά την παραγωγή και αποσύνθεση την οποία ποικιλία οι ερευνητές προσπαθούν τώρα να αντισταθμίσουν χρησιμοποιώντας άλλες μεθόδους επανεκτίμησης των χρονολογήσεων με βάση τον άνθρακα -14. Οι αρχαιολόγοι επίσης προσπαθούν να ξεπεράσουν αυτά τα προβλήματα χρονολόγησης συγκρίνοντας και συνδυάζοντας ορισμένα Μυκηναϊκά πήλινα σκεύη με παρόμοια ευρήματα ή απεικονίσεις ταφικών παραστάσεων της Αιγύπτου ή Μεσοποταμίας που θεωρούν ότι μπορούν να χρονολογηθούν επακριβώς. Τα δείγματα, όμως, πάνω στα οποία βασίζουν τα συμπεράσματά τους είναι ελάχιστα και αποδεικνύουν μόνο ότι ένα ορισμένο είδος πήλινων σκευών υπήρχε κατά μια συγκεκριμένη περίοδο, παραγνωρίζοντας ότι θα μπορούσε να είχε υπάρξει και πολύ νωρίτερα. Αυτές οι παρατηρήσεις πρέπει να μας κάνουν προσεκτικούς στο να θεωρούμε ότι οι χρονολογήσεις των αρχαιολόγων βασίζονται σε αδιάψευστες μαρτυρίες.

Η χρονολόγηση πολλών τοποθεσιών μετατίθεται όλο και παλαιότερα μέσω νέων ευρημάτων. Για παράδειγμα, κατά τον Σλήμαν η Τίρυνθα ιδρύθηκε το 1400 π. Χ. αλλά οι σημερινοί μελετητές θεωρούν ότι η πρώτη εγκατάσταση ανθρώπων στον λόφο της Τίρυνθας ανάγεται στη Νεολιθική Εποχή (7η – 4η χιλιετία π. Χ. ) και ότι υπήρξε έντονη οικοδομική δραστηριότητα στην περιοχή κατά την πρώιμη Εποχή του Χαλκού (3η χιλιετία π.Χ. ).1 Συνεχιζόμενες ανασκαφές καθιστούν σαφές ότι η περιοχή κατοικήθηκε κατ’ επανάληψη και πέρασε από διάφορες οικοδομικές φάσεις. Λίγα μόνο πήλινα σκεύη αποδίδονται στη Νεολιθική Εποχή ενώ τα αρχαιότερα αρχιτεκτονικά ερείπια ανάγονται στην Εποχή του Χαλκού. Στην αρχή του 20ου αι. βρέθηκαν τα ερείπια ενός μοναδικού κυκλικού κτηρίου (27,7 – 27,9 μ. διαμέτρου, πλινθόκτιστου) στην κορυφή του λόφου κάτω από το μεταγενέστερο Μυκηναϊκό ανάκτορο. Περιλαμβάνει έναν κυκλικό χώρο, διαμέτρου 12,2 μέτρων, που περιβάλλεται από ομόκεντρα τοιχώματα, τεμνόμενα από τοίχους εκτεινόμενους από το κέντρο. Οι θεωρίες διίστανται ως προς την λειτουργία αυτού του κτίσματος που ανάγεται στην Πρώιμη Ελλαδική περίοδο (περί το 2400-2300 π. Χ.) Μερικοί θεωρούν ότι πρόκειται για οχυρωμένο ανάκτορο, άλλοι ότι πρόκειται για μνημειακό νεκροθάλαμο ή ιερό χώρο. Ένα είναι βέβαιο: αποδεικνύει ότι η «αρχή» της σειράς των αρχαίων πολιτισμών στην Ελλάδα είναι πολύ αρχαιότερη από όσο εθεωρείτο παλαιότερα και ότι οι Μυκηναίοι δεν είναι παρά ένας μόνο κρίκος αυτής της σειράς.

Θόλοι ή Κυψελοειδείς Θάλαμοι

Μερικά από τα πιο μυστηριώδη μνημεία που βρέθηκαν στην Ελλάδα είναι οι θόλοι ή κυψελοειδείς θάλαμοι, εννέα από τους οποίους έχουν ανακαλυφθεί στις αρχαίες Μυκήνες. Ένας από αυτούς, ο επονομαζόμενος Θησαυρός του Ατρέα, είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακός. Λαξευμένη σε μια πλαγιά του βουνού, η είσοδος στον θάλαμο είναι προσιτή χάρη σε ένα πέρασμα μήκους 40 μέτρων, ακριβώς στην πλαγιά του λόφου και έχει κτιστεί με καλοδουλεμένους ορθογώνιους λίθους. Πρόκειται για ξηρολιθιά, χωρίς συγκολλητικό υλικό, οι λίθινοι όγκοι είναι τέλεια προσαρμοσμένοι μεταξύ τους, μερικοί μάλιστα έχουν τεράστιες αναλογίες – ένας έχει μήκος 6 μέτρα και 1,2 μέτρα ύψος. Το στόμιο έχει ύψος 5, 4 μέτρα και στην κορυφή του υπάρχει γιγάντια πλάκα που υπολογίζεται ότι ζυγίζει 120 τόνους. Πάνω από αυτήν υπάρχει ένα ανοιχτό τρίγωνο που σκοπός του, κατά την κρατούσα άποψη στην αρχαιολογική επιστήμη, ήταν να ανακουφίζει τους κίονες της εισόδου από το βάρος της υψικόρυφης καμάρας. Κατόπιν, εισερχόμαστε στο μεγάλο θάλαμο, με μια υποστηριζόμενη θόλο ύψους 13,5 μέτρων και διαμέτρου 14,6 μέτρων επίσης χτισμένη με καλοδουλεμένους ορθογώνιους λίθους (δόμους) σε ένα κοίλωμα του βράχου. Οι λίθοι είναι καλά πελεκημένοι στο εσωτερικό της θόλου, ενώ στο εξωτερικό τα τοιχώματα έχουν λίθινη επένδυση. Το δάπεδο του θαλάμου είναι φυσικός βράχος. Μια χαμηλότερη θύρα οδηγεί σε ένα μικρό πλευρικό δωμάτιο που επίσης διαθέτει ένα ανοιχτό τρίγωνο στο υπέρθυρο. Εδώ το τρίγωνο ασφαλώς δεν λειτουργεί ως ανακουφιστικό των κιόνων από το βάρος, άλλωστε γενικά δεν είναι αυτός ο λόγος ύπαρξης τέτοιων τριγώνων. Στις αρχαίες παραδόσεις τα τρίγωνα με προσανατολισμό προς τον ουρανό έχουν συχνά σχέση με τη θεότητα και την αγία τριάδα, μια πιθανή ένδειξη ότι το κτίσμα ίσως αρχικά να χρησιμοποιήθηκε ως πνευματικός χώρος.

Ο Θησαυρός του Ατρέα

Ο Θησαυρός του Ατρέα, Μυκήνες (φωτογραφία του συγγραφέα)

Όπως και πολλοί σύγχρονοί του, ο Σλίμαν θεώρησε ότι οι αποκαλυμμένοι θόλοι υπήρξαν κάποτε βασιλικά θησαυροφυλάκια αλλά οι σημερινοί μελετητές θεωρούν ότι ήσαν βασιλικοί «τάφοι». Χρονολογούν τους εννέα θόλους των Μυκηνών μεταξύ 1500 και 1250 π. Χ. με πλέον εξέχοντα ανάμεσα τους τον Θησαυρό του Ατρέα. Σύμφωνα με ορισμένους αρχαιολόγους ίσως να ήταν ο τάφος του Ατρέα ή του Αγαμέμνονα που έζησε περί το 1250π. Χ., χρονολογία που αποδόθηκε στην Ομηρική Τροία. Σύμφωνα, όμως, με την Ε. Π. Μπλαβάτσκυ «οι ιστορικοί έχουν μειώσει κατά μάλλον περίεργο τρόπο τις χρονολογίες που χωρίζουν ορισμένα γεγονότα από τη σύγχρονη εποχή,.. ο Τρωικός Πόλεμος είναι ιστορικό γεγονός. Μολονότι δε τον ανάγουν ακόμα και λίγο μετά το 1000 π. Χ., στην πραγματικότητα είναι πλησιέστερος προς το 6000 παρά προς το 5000 π. Χ.».2 Εντούτοις η χρονολόγηση του κτίσματος είναι εξαιρετικά αβέβαιη, ιδιαίτερα εφόσον συλήθηκε κατά την αρχαιότητα και επομένως η αναγωγή των θόλων στους Μυκηναίους είναι επίσης αβέβαιη.

Περισσότεροι από 100 θόλους έχουν ανασκαφεί στην Ελλάδα και υποπτευόμαστε ότι υπάρχουν πολλοί ακόμα. Ένα συγκρότημα έχει βρεθεί στη Μεσσηνία, στη δυτική Πελοπόννησο. Θόλοι έχουν βρεθεί επίσης και στην Κρήτη. Όμως, ο Θησαυρός του Ατρέα υπερτερεί όλων από ποιοτική άποψη. Πολλοί έχουν κατασκευαστεί με πολύ μικρότερους λίθους και είναι κατώτερης τεχνικής εντούτοις ακολουθούν το ίδιο σχέδιο και γι’ αυτό πρέπει να είναι συναφείς. Σύμφωνα με τον Λόρδο Γουίλιαμ Τέιλορ:

«Πρόσφατες έρευνες έχουν αποδείξει ότι ο θολωτός ταφικός τύπος είναι πολύ αρχαιότερος από όσο αρχικά υπετέθη…Ως προς την προέλευση του θολωτού τάφου δεν υπάρχει ακόμα ομοφωνία. Κυκλικοί τάφοι διαφόρων τύπων υπάρχουν στο μεγαλύτερο τμήμα της Μεσογείου και ακόμα μακρύτερα αλλά δεν είναι πάντα δυνατή η ακριβής χρονολόγηση».3

Θόλοι έχουν βρεθεί και στην Ισπανία στο Λα Κουέβα ντε Ρομεράλ και στο Λος Μιλάρες (και στις δύο περιοχές με ανεπεξέργαστους όγκους) καθώς και στη Σαρδηνία στο Santa Cristina Well Temple (με τέλεια επεξεργασμένους όγκους). Φαίνεται ότι οι θόλοι ακολουθούν ένα ρεύμα μεταναστεύσεων από τη Δύση σε αντίθεση προς τη Μυκηναϊκή εισβολή από την Ανατολή. Είναι, επίσης, αξιοσημείωτο ότι στους Ομηρικούς Ύμνους δεν γίνεται ποτέ αναφορά σε αυτές τις εντυπωσιακές κατασκευές, πράγμα που θα μπορούσε να αποτελεί ένδειξη ότι ανήκουν σε τελείως διαφορετική περίοδο ή πολιτισμό. Οι Θόλοι γενικά χρονολογούνται από τα κτερίσματα που βρίσκονται εντός τους, αλλά δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι αν αυτοί οι ενταφιασμοί έλαβαν χώρα κατά τη εποχή της κατασκευής τους. Σύμφωνα με τον Βίλχελμ Ντόρπφελντ είναι αλήθεια:

Ότι όλοι αυτοί οι τάφοι, τόσο οι μεγάλοι όσο και οι μικροί, ήσαν κάποτε κλειστοί. Το μόνο ερώτημα είναι πότε έγινε αυτό. Επειδή και οι δύο σπουδαίοι θόλοι των Μυκηνών είχαν πλούσιες προσόψεις με ξύλινες θύρες και χάλκινη διακόσμηση μου φαίνεται πιθανότερο ότι δεν κλείστηκαν αμέσως …. Είναι γεγονός ότι οι τοίχοι που έκλεισαν τους δύο μεγάλους θόλους δεν κτίστηκαν με το ίδιο υλικό με το οποίο κτίστηκαν οι τάφοι».4

Αυτό σημαίνει ότι οι σκελετοί που βρέθηκαν σε μερικούς θόλους ίσως ανάγονται σε μεταγενέστερη περίοδο και απόδειξη ότι οι σκελετοί που βρέθηκαν μέσα στους θόλους δεν ανήκουν στην εποχή των αρχικών κατασκευών υπάρχει στην παρατήρηση κατά την οποία:

Κατά κανόνα το σώμα του νεκρού απλώς ετοποθετείτο στο δάπεδο της θόλου ή του θαλάμου χωρίς να καλύπτεται από χώμα ή να τοποθετείται σε ξύλινη ή λίθινη σαρκοφάγο, κανένα ίχνος των οποίων δεν έχει βρεθεί ακόμα… Γιατί επαναλαμβανόμενες παρατηρήσεις αποδεικνύουν ότι, όταν συγκεντρώνονταν πολλά σώματα νεκρών στο θάλαμο ή στην θόλο, τα παλαιότερα παραμερίζονταν στις γωνίες ή θάβονταν σε αβαθή ορύγματα για να δημιουργηθεί χώρος για τους νέους ενταφιασμούς.5

Παράξενοι βασιλικοί ενταφιασμοί θα ήταν αυτοί! Αντιθέτως, δείχνει ότι οι σκελετοί που βρέθηκαν πιθανώς δεν ανήκαν σε βασιλείς.

Έρευνα διεξαχθείσα το 1998, 1999 και 2004 από τον Βίκτορ Reijs για μια πιθανή ευθυγράμμιση ισημερίας του Θησαυρού του Ατρέα παρέχει ενδιαφέροντα συμπεράσματα:

Το ηλιακό φως είναι τώρα ορατό στον τοίχο του θαλάμου κατά τις ισημερίες (άνοιξη και φθινόπωρο)!

Αυτό ισχύει εάν η τριγωνική κατασκευή ήταν ανοιχτή! Φαίνεται, όμως, σαν να είχε πιθανώς κλειστεί με διακοσμητικό τρόπο κάποια εποχή (ή εποχές) με μια πλάκα. Επίσης τριγωνικές κατασκευές και ανοίγματα για την είσοδο του φωτός ( Like Newgrange, Crantit and Carrowkeel) κλείνονται συνήθως, έτσι είναι δύσκολο να πούμε κάτι περισσότερο επ’ αυτού.6

Η έρευνά του, που δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα, δείχνει ότι το ηλιακό φως μπορούσε να εισέρχεται στην θόλο μερικές μέρες πριν και μετά τις ισημερίες και κατά το θερινό ηλιοστάσιο. Αν και χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση, η μέχρι τούδε έρευνά του παρέχει ισχυρά επιχειρήματα ως προς τις ηλιακές ευθυγραμμίσεις και πολλές αρχαίες παραδόσεις θεωρούσαν τα ηλιοστάσια και τις ισημερίες ιερές περιόδους κατά τις οποίες ελάμβαναν χώρα τα πιο σπουδαία πνευματικά γεγονότα.

Η συνολική εμφάνιση των θόλων – με το εντυπωσιακό προς τον ουρανό προσανατολισμένο τρίγωνο, τις γιγάντιες θύρες και με λαξευμένα, ενίοτε, στον βράχο εσωτερικά καθίσματα – ενισχύει την εντύπωση ότι χρησιμοποιούνταν σαν άγια των αγίων όπου γίνονταν τελετές όχι για τους νεκρούς αλλά για τους ζωντανούς, αν και αργότερα υποβαθμίστηκαν με τους ενταφιασμούς. Ίσως η θόλος να ήταν ένα θησαυροφυλάκιο, όχι υλικών αγαθών αλλά ένας χώρος όπου ψιθύριζαν στους νεοφώτιστους πνευματικούς θησαυρούς.

Ταφικοί Περίβολοι

Εκτός των μυστηρίων που αφορούν στους θόλους, οι επονομαζόμενοι ταφικοί περίβολοι Α και Β στις Μυκήνες με τους «κάθετους τάφους» που χρονολογούνται από τους αρχαιολόγους μεταξύ του 1650 και του 1400 π. Χ. θέτουν μερικά προκλητικά ερωτήματα. Οι κάθετοι τάφοι είναι λάκκοι λαξευμένοι στο βράχο με βάθος μερικών μέτρων. Τα δάπεδά τους καλύπτονταν με χαλίκια όπου ετοποθετείτο το σώμα του νεκρού. Το σώμα καλυπτόταν με ξύλινους δοκούς που έφεραν επάλειψη με πηλό ή με λεπτότερα ξύλα που τοποθετούνταν στα πλευρικά τοιχώματα και ο μεταξύ χώρος γέμιζε με χώμα. Στον ταφικό περίβολο Α έχουν βρεθεί 6 τέτοιοι τάφοι. Οι χρυσές προσωπίδες, τα κοσμήματα, τα σκήπτρα, ξίφη και άλλα κτερίσματα που αποκάλυψε ο Σλήμαν σε αυτούς τους τάφους είναι πολυάριθμα και φέρουν αρχαϊκά διακοσμητικά σχέδια.

Ταφικός Περίβολος Α

Ταφικός Περίβολος Α (από το βιβλίο «Οι Μυκήνες» του Τέιλορ).

Οι χρυσές προσωπίδες που κάλυπταν το πρόσωπο μερικών ενταφιασμένων σε αυτούς τους κάθετους τάφους είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες. Για παράδειγμα, «Υπάρχουν πολλές πληροφορίες μετά τον Όμηρο, από κείμενα αυτής της χώρας (της Ελλάδας) που αναφέρονται σε ενταφιασμούς. Εντούτοις για περισσότερο από 1200 χρόνια δεν υπήρχε καμιά αναφορά στο έθιμο χρησιμοποίησης προσωπίδων για τους νεκρούς.»7 Χρυσές προσωπίδες έχουν βρεθεί σε τάφους στην Αίγυπτο, στην Ιταλία, στην Ουκρανία, στο Περού και στη Βουλγαρία και σύμφωνα με τον Γ. Ε. Γκλαντστόουν οι Μυκήνες ήταν έδρα αλλεπάλληλων μεταναστεύσεων. Έτσι, δεν είναι βέβαιο σε ποιόν πρέπει να αποδοθεί αυτός ο τρόπος ενταφιασμού. Κατά δεύτερο λόγο,

Στις Ομηρικές ταφές εφαρμόζεται παντού η καύση. Σύμφωνα με τα Έπη πρέπει να θεωρηθεί καθιερωμένο Αρχαϊκό έθιμο της εποχής, οπουδήποτε γινόταν ενταφιασμός…

Στην περίπτωση διακεκριμένων ανθρώπων η καύση δεν ήταν πλήρης. Γιατί όχι μόνο συγκέντρωναν προσεκτικά τη στάχτη αλλά και τα οστά».8

Αλλά στους ταφικούς περιβόλους των Μυκηνών και σε μερικούς θόλους έχουν βρεθεί σκελετοί τα οστά των οποίων δεν συγκεντρώθηκαν σκοπίμως αν και στους ταφικούς περιβόλους φαίνεται ότι τα σώματα των νεκρών δεν αποτεφρώθηκαν πλήρως.

Σύμφωνα με τον Σλήμαν μια ταφή ανήκει στον Αγαμέμνονα στον οποίον και αποδίδει μία από τις χρυσές προσωπίδες. Οι αρχαιολόγοι πιστεύουν σήμερα ότι δεν θα μπορούσε να ανήκει στον Αγαμέμνονα εφόσον οι κάθετοι τάφοι τοποθετούνται χρονικά κατά 300 χρόνια προ της εποχής που υποτίθεται ότι έζησε ο Αγαμέμνων. Δεν γνωρίζουν σε ποιούς ανήκουν οι προσωπίδες και οι ταφές στους κάθετους τάφους και τις αποδίδουν σε άγνωστους Μυκηναίους βασιλείς. Επομένως, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι υπάρχουν πολλά κενά ως προς αυτά τα ευρήματα.


Μέρος ΙΙ: Κυκλώπεια Τείχη και Πυραμίδες

Τα Κυκλώπεια τείχη είναι από τα πιο εντυπωσιακά ερείπια αρχαϊκών πολιτισμών. Υπάρχουν σε πολλά μέρη στην Ελλάδα, αλλά έχουν βρεθεί και σε διάφορα μέρη του κόσμου π.χ. στην Ιταλία, Τουρκία, Αίγυπτο, Περού, Ιαπωνία, Αυστραλία και στο Νησί του Πάσχα – πράγμα που καθιστά την οικοδομική τεχνική παγκόσμια. Τα φημισμένα κυκλώπεια τείχη της Τίρυνθας και των Μυκηνών αποδίδονται στους Μυκηναίους, επονομαζόμενους Αχαιούς ή Πελασγούς και συνήθως ανάγονται στον 14ο και 13ο αι. π. Χ. Όμως, μπορεί να είναι πολύ αρχαιότερα διότι είναι χτισμένα κατ’ ευθείαν στο βραχώδες οροπέδιο και έχουν ενσωματωθεί σε μεταγενέστερες φάσεις οικοδομήσεων.

Κυκλώπειο τείχος, Τίρυνθα

Κυκλώπειο τείχος, ακατέργαστη κατασκευή, Τίρυνθα (φωτογραφίες του συγγραφέα)

Κυκλώπειο τείχος, Παλαιό Κάστρο, Άγιος Αδριανός

Κυκλώπειο τείχος, ακριβούς δομής, Παλαιό Κάστρο, Άγιος Αδριανός

Ποιά είναι η προέλευση αυτών των εντυπωσιακών κατασκευών; Οι αρχαιολόγοι θεωρούν ότι κατασκευαστές είναι οι Μυκηναίοι, Ινδό- Ευρωπαϊκός λαός που εισέβαλε στην Ελλάδα από την Κεντρική Ασία. Όμως, η αρχαία ελληνική παράδοση βεβαιώνει ότι κτίστηκαν από τους Κύκλωπες, μυθικούς μονόφθαλμους γίγαντες. Κατά την Ε. Π. Μπλαβάτσκυ ο κύκλωπας Πολύφημος της Οδύσσειας του Ομήρου έχει σχέση με μια φυλή Ρατζπούτ, τους Γκοκούλας που μετανάστευσαν στην Ελλάδα από την Ινδία κατά τους προϊστορικούς χρόνους.9 Μερικά από τα κυκλώπεια τείχη ίσως είναι προγενέστερα ακόμα και της μετανάστευσης αυτών των Κυκλώπων ή Γκοκούλας και ίσως κατασκευάστηκαν από προγενέστερους μεταναστευτικούς πληθυσμούς από τη Δύση. Η Μπλαβάτσκυ αναφέρει ότι πριν από 850.000 χρόνια κύματα εποίκων εισήλθαν στην Ευρώπη από τις καταβυθιζόμενες Ατλάντιες νήσους . Ο Πλάτων αναφέρει ότι οι Έλληνες της εποχής του είχαν ήδη λησμονήσει την αρχαία ιστορία τους και ότι οι Αιγύπτιοι ιερείς είχαν αρχαία χρονικά σύμφωνα με τα οποία Έλληνες είχαν αντισταθεί σε ξένη εισβολή. Στον «Τίμαιο» ο Αιγύπτιος ιερέας λέει στον Σόλωνα για τους αρχαίους «Έλληνες»:

«Εσείς θυμάστε μόνο έναν κατακλυσμό, αν και προηγουμένως έγιναν πολλοί. Δεν ξέρετε, επίσης, ότι στη δική σας χώρα γεννήθηκε το πιο όμορφο και ευγενικό ανθρώπινο γένος, από το οποίο κατάγεσαι κι εσύ κι όλοι οι συμπολίτες σου, επειδή βέβαια διασώθηκε λίγο σπέρμα. Αυτό, όμως, το αγνοείτε, γιατί επί πολλές γενιές οι επιζήσαντες πέθαναν χωρίς να γνωρίζουν να γράφουν. Κάποτε, Σόλωνα, πριν γίνει ο μεγάλος κατακλυσμός, αυτή που σήμερα είναι η πολιτεία των Αθηναίων ήταν πολύ γενναία στον πόλεμο και εξαιρετικά ευνομούμενη από κάθε άποψη»

Τόσο στον Κριτία (#108) όσο και στον Τίμαιο (#23) η διήγηση του Σόλωνα αναφέρει ότι είχαν παρέλθει 9.000 χρόνια από τότε που έγινε ο πόλεμος, δηλαδή 11.400 χρόνια πριν από τώρα. Η διήγηση του Σόλωνα αναφέρεται στην Ποσειδωνία που θεωρείται η τελευταία Ατλάντια νήσος που καταβυθίστηκε.

Γύρω από την Ακρόπολη των Αθηνών έχουν βρεθεί ερείπια αρχαίων τειχών που επίσης αποδίδονται στους Μυκηναίους και πιστεύεται ότι εκεί υπήρχε και ένα Μυκηναϊκό ανάκτορο. Στην Ελλάδα, ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο, πάνω ή γύρω σχεδόν από κάθε επιβλητικό λόφο μπορεί κανείς να βρει αρχαία οχυρωματικά τείχη, ανάκτορα ή ιερά. Τα ογκώδη τοιχώματά τους είναι συχνά κατασκευασμένα από απόλυτα συνταιριασμένα τμήματα συνδεδεμένα μεταξύ τους και για τα οποία δεν χρησιμοποιήθηκε συγκολλητικό υλικό. Σε άλλα τοιχώματα κατασκευασμένα από ακόμα πιο μεγαλόπρεπα λίθινα τμήματα χρησιμοποιήθηκε συγκολλητικό υλικό αλλά δεν διαθέτουν την ακρίβεια τοποθέτησης των πρώτων που έχουν αντέξει στον χρόνο τόσο καλά ώστε ενίοτε είναι ενσωματωμένα σε κάστρα που κατασκευάστηκαν πολύ αργότερα. Τέτοια εξαίρετα δείγματα αποτελούν αρχαία τμήματα του τείχους που είναι ενσωματωμένα στο κάστρο του λόφου της Λάρισας στο Άργος και στον Ακροκόρινθο. Σε πολλές άλλες ερημικές και ξεχασμένες κορυφές λόφων της Πελοποννήσου, μπορεί να δει κανείς ογκώδη τμήματα αρχαίων τειχών π.χ. στο παλαιό κάστρο του Αγίου Αδριανού, άλλο ένα δείγμα καλοταιριασμένων συνδεδεμένων τοιχωμάτων επεξεργασμένου λίθου. Ίσως, πολλά από αυτά τα τείχη να ανήκουν σε κάποια άλλη λησμονημένη περίοδο της ιστορίας της αρχαίας Ελλάδας αντί να ανήκουν όλα στη Μυκηναϊκή εποχή.

Κατά τον 19ο και στις αρχές του 20ου αι. κάποιοι μελετητές απέδωσαν πολλά από αυτά τα τείχη και κτίσματα στους αρχαίους Πελασγούς, αλλά καθώς η ιστορία τους ήταν τόσο δύσκολο να διαλευκανθεί τα περισσότερα σύγχρονα έργα δεν κάνουν σχεδόν καμία μνεία σε αυτούς. Στην καλύτερη περίπτωση, τα σύγχρονα βιβλία τους θεωρούν ως τους προγενέστερους κατοίκους της Ελλάδας πριν από την εισβολή των Μυκηναίων. Πράγματι, φαίνεται ότι ο όρος Μυκηναίοι εφευρέθηκε για να αντικαταστήσει τους δύσκολα ανιχνεύσιμους Πελασγούς – όπως σημειώνει ο Καθηγητής Γουίλιαμ Ρίτζγουει στο βιβλίο «Η Πρώιμη Περίοδος της Ελλάδας». Η Μπλαβάτσκυ αναφέρει αποσπάσματα του Άγγλου Ανατολιστή Έντουαρντ Πόκοκ (1604-1691) από τα βιβλία του «η Ινδία στην Ελλάδα» ή «Η Αλήθεια στη Μυθολογία» όπου υποθέτει ότι ο Βασιλιας΄Πελασγός ήταν πράγματι γιός του «Παλαίχθονα», του «αρχαίου προπάτορα» των Ελλήνων, δηλαδή, Παλικτάνα, χώρα όπου ομιλούσαν την Πάλι στην αρχαία Βεγγάλη. Η Μπλαβάτσκυ το θεωρεί λογικό αυτός ο μυστικιστικός Πελασγός να γεννήθηκε στην Γκάγια, πρωτεύουσα της Παλάσα ή στο Μπιχάρ.

Σε ένα άρθρο στον «Θεοσοφιστή» (Ιαν.1881, σσ. 87-8) ο Νταγιαράμα Βάρμα εκφράζει την ίδια γνώμη, επικαλούμενος φιλολογικά επιχειρήματα για να επιβεβαιώσουν την Ινδική προέλευση των Μακεδόνων και των Ελλήνων που ακολούθησαν σε μεταγενέστερα μεταναστευτικά κύματα. Σχετικά με αυτό είναι ενδιαφέρον το ότι ο Σλήμαν αποκάλυψε στις Μυκήνες, στην Τροία και σε άλλες περιοχές έναν μεγάλο αριθμό αντικειμένων που έφεραν διακοσμητικές σβάστικες που ήταν ένα από τα ιερότερα σύμβολα στην Ινδία μολονότι βρίσκονται και σε πολλά άλλα μέρη του κόσμου. Οι σύγχρονοι μελετητές παραδέχονται ότι υπήρξε μετανάστευση από την Κεντρική Ασία στην Ευρώπη αλλά δεν αναφέρουν πλέον μια ιδιαίτερη σχέση με τη Βόρεια Ινδία. Ίσως, όμως, αποδειχτεί γόνιμο πεδίο έρευνας καθώς είναι δυνατόν να εισήλθαν μεταναστευτικά κύματα στην Ελλάδα από τη Δύση και αργότερα από την Ινδία. Ίσως λαοί και από τις δύο κατευθύνσεις να έχουν οικοδομήσει κυκλώπεια τείχη.

Πυραμίδες στην Ελλάδα

Μια ακόμα κατασκευή που φαίνεται να είναι παγκόσμια είναι η πυραμίδα. Έχουν βρεθεί πυραμίδες στην Αίγυπτο, στο Σουδάν, στη Νότια και Κεντρική Αμερική, στην Κίνα και στην Ελλάδα. Οι Ελληνικές, όμως, πυραμίδες δεν είναι πολύ γνωστές και οι περισσότεροι αρχαιολόγοι αρνούνται ότι είναι πραγματικές πυραμίδες και τις κατηγοριοποιούν ως ασυνήθιστα κτίσματα. Είναι αλήθεια ότι μερικές από αυτές τις υποτιθέμενες πυραμίδες, όπως είναι αυτή στο Λιγουριό κοντά στην Επίδαυρο, είναι δύσκολο να αναγνωριστούν ως πυραμίδες γιατί δεν βρίσκονται σε καλή κατάσταση όμως τουλάχιστον μία, η πυραμίδα του Ελληνικού κοντά στο Άργος έχει διατηρηθεί σε σχετικά καλή κατάσταση και δύσκολα μπορεί να μη θεωρηθεί πυραμίδα. Είναι κατασκευασμένη από μεγάλους πολυγωνικούς συνδεδεμένους όγκους ασβεστόλιθου και η βάση της έχει διαστάσεις 9Χ7 μέτρα. Η πλευρά της 60# φαίνεται ακόμα καθαρά.

Πυραμίδα του Ελληνικού

Πυραμίδα του Ελληνικού κοντά στο Άργος

Με οπτική Thermo luminescence (θερμοφωτοβολία) δείγματα κρυστάλλων από εσωτερικές επιφάνειες των ασβεστολιθικών όγκων χρονολογήθηκαν από το Εθνικό Ερευνητικό Κέντρο Φυσικών Επιστημών «Δημόκριτος» στην Αθήνα και από το Εργαστήριο Πυρηνικής Χρονολόγησης του Τμήματος Φυσικής του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου στη Σκωτία. Από τις μετρήσεις τους κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η πυραμίδα κατασκευάστηκε περί το 2720 π. Χ. Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι αυτή η μέθοδος χρονολόγησης είναι μόνο σχετική.

Σπειροειδής ή Ευθύγραμμη Εξέλιξη του Πολιτισμού;

Οι περισσότεροι αρχαιολόγοι πιστεύουν ότι ο πολιτισμός έχει εξελιχθεί κατά έναν ευθύγραμμο ως επί το πλείστον τρόπο και ταξινομούν τις διάφορες οικοδομικές δραστηριότητες σε περιόδους που αρχίζουν με πρωτόγονες ομάδες που χαρακτηρίζονται ως Νεολιθικές και ακολουθούνται από την Εποχή του Χαλκού μετά την οποίαν έρχεται ένας πραγματικός πολιτισμός τον οποίον θεωρούν ως το αποκορύφωμα. Ο μεγάλος αριθμός σπειροειδών σχεδίων που βρέθηκαν στις Μυκήνες και στην Τροία αλλά και σε άλλα μέρη μας θυμίζει την αρχαία άποψη που προτείνει ότι ο πολιτισμός αναπτύσσεται σπειροειδώς, δηλαδή, κυκλικά. Τούτο σημαίνει ότι προγενέστεροι πολιτισμοί ίσως να ήταν σπουδαιότεροι από κάποιους μεταγενέστερους γιατί οι μεταγενέστεροι ήταν αποτέλεσμα της σπειροειδούς καθοδικής κατεύθυνσης, περίοδοι παρακμής, τις οποίες αργότερα διαδέχτηκαν νέες περίοδοι ακμής. Για παράδειγμα ο Πλάτων διηγείται μια Αιγυπτιακή διδασκαλία που δόθηκε στον Σόλωνα:

«Στη χώρα σας ,όμως, αλλά και σε αρκετές άλλες, έρχεται κάθε τόσο το ρεύμα του ουρανού σαν φοβερή αρρώστια και καταστρέφει όλα όσα έχουν αναπτυχθεί με τα γράμματα και όλα όσα χρειάζονται οι πόλεις, αφήνοντας ζωντανούς μόνο τους αγράμματους και τους ακαλλιέργητους από σας, ώστε γίνεστε σαν νέοι από την αρχή, χωρίς να γνωρίζετε τίποτα από εκείνα που έγιναν τον παλιό καιρό τόσο στη δική μας χώρα όσο και στη δική σας. Αυτά λοιπόν που ανέφερες μόλις τώρα, Σόλωνα, για τις παραδόσεις σας σχετικά με τις γενεαλογίες έχουν πολύ μικρή διαφορά από τα παιδικά παραμύθια».10

Το ότι οι πολιτισμοί έρχονται και παρέρχονται, ακμάζουν και παρακμάζουν, ξανά και ξανά, κάθε φορά εξελισσόμενοι σε ένα νέο ανώτερο επίπεδο, είναι κάτι που πίστευαν οι αρχαίοι πολιτισμοί και παραδόσεις. Έτσι δεν είναι απαραίτητο να θεωρούμε τις κατασκευές που δείχνουν το ύψιστο επίπεδο τεχνικής σαν τα μεταγενέστερα κτίσματα ή το ύψιστο σημείο του πολιτισμού. Πράγματι, όσο πιο πολύ μελετά κανείς την αρχαιολογία τόσο περισσότερο πείθεται ότι οι αρχαιότερες κατασκευές συχνά δείχνουν τη μέγιστη τεχνουργική δεινότητα.

Μυκηναϊκές Δοξασίες

Λίγα γνωρίζουμε για τις δοξασίες των Μυκηναίων ή των Πελασγών. Δεν έχουμε γραπτές πληροφορίες γι’ αυτές που να ανάγονται σε εκείνες τις περιόδους και οι αρχαιολόγοι θεωρούν ότι δεν βρήκαν ιδιαίτερες θρησκευτικές κατασκευές. Όπως αναφέραμε στο «Σανράιζ» Ιουνίου/ Ιουλίου, στην περίπτωση των θόλων ίσως με το να τους προσδιορίσουμε ως τάφους οι μελετητές να παραβλέπουν τη θρησκευτική λειτουργία τέτοιων κτισμάτων. Συνεπώς χάνουν την ευκαιρία να μάθουν περισσότερα ως προς τις δοξασίες των αρχαίων κατασκευαστών. Επιπλέον το να εκλαμβάνουν τους μύθους μόνο σαν ιστορικά γεγονότα εμποδίζει τους μελετητές από του να καταλάβουν περισσότερα γύρω από τις αρχαίες δοξασίες. Για παράδειγμα, εκτός από τα ιστορικά γεγονότα η Ιλιάδα και η Οδύσσεια βασίζονται και στη γνώση για το μυστικιστικό ταξίδι που πρέπει να κάνει η ανθρώπινη ψυχή για να τελειωθεί:

Κατά πολλούς ο Οδυσσέας συμβολίζει τον αφυπνισμένο νου του ανθρώπου που αναζητεί μετά από μακροχρόνιους αγώνες με τα εγκόσμια πράγματα – που αντιπροσωπεύουν οι Τρώες- να ξανακερδίσει την αυτογνωσία. Η πιστή σύντροφός του Πηνελόπη που αντιπροσωπεύει την ανώτερη φύση ή την πνευματική μύηση, παραμένει στο παρασκήνιο όλου του έπους ως μια διαρκής επιρροή. Ενώ ο Οδυσσέας, με ενεργητική νοοτροπία, πολεμά κατά των εμποδίων και προχωρεί κάνοντας γρήγορες κινήσεις, η Πηνελόπη περιμένοντας υπομονετικά στο σπίτι για την επιστροφή του κάθεται μπροστά στον αργαλειό της υφαίνοντας και ξηλώνοντας τα σχέδια της. Ο Οδυσσέας όχι μόνο έχει αποχωριστεί τη σύζυγό του αλλά βρίσκεται εξορισμένος από την εστία και την πατρίδα του, όχι μόνο πρέπει να βρίσκεται σε αδιάκοπη δράση αλλά πρέπει να βρει μόνος του το αληθινό μονοπάτι που θα τον οδηγήσει πίσω στο σπίτι του.11

Ως προς τους θεούς που λατρεύονταν στην αρχαία Ελλάδα μαθαίνουμε από τον Ηρόδοτο ότι:

«Σχεδόν όλα τα ονόματα των θεών ήρθαν στην Ελλάδα από την Αίγυπτο. Η αναζήτησή μου αποδεικνύει ότι όλοι έχουν ξένη προέλευση και η γνώμη μου είναι ότι η Αίγυπτος έδωσε τους περισσότερους. Γιατί με την εξαίρεση του Ποσειδώνα και των Διοσκούρων … και της Ήρας, της Εστίας, της Θέμιδας, των Χαρίτων και των Νηρηίδων, οι άλλοι θεοί ήταν ανέκαθεν γνωστοί στην Αίγυπτο. Αυτό το βεβαιώνω βασιζόμενος στους ίδιους τους Αιγυπτίους. Τους θεούς με τα ονόματα των οποίων δεν ήσαν εξοικειωμένοι, παρέλαβαν οι Έλληνες, πιστεύω, από τους Πελασγούς, εκτός από τον Ποσειδώνα. Αυτόν τον γνώρισαν από τους Λιβύους οι οποίοι πάντα τον τιμούσαν ενώ από τα αρχαία χρόνια ήσαν ο μοναδικός λαός που είχε θεό με αυτό το όνομα».12

Μερικά ονόματα ελληνικών θεοτήτων δεν είναι ελληνικά στην προέλευση και ίσως ανάγονται στην εποχή των Πελασγών. Έτσι, με το να παραγνωρίζουν την επίδραση και μετανάστευση των Πελασγών που κατ’ επανάληψη αναφέρονται από τους κλασικούς Έλληνες συγγραφείς, καθώς και από άλλες αρχαίες φυλές οι σημερινοί μελετητές έχουν περιορίσει τη δυνατότητά τους να ανακαλύψουν περισσότερα σχετικά με τις δοξασίες αυτών των αρχαίων λαών.

Συμπέρασμα

Οι προ- Ομηρικοί Ελληνικοί πληθυσμοί και η προέλευση και λειτουργία των κτισμάτων τους εξακολουθεί να είναι μυστήριο. Πολλοί μελετητές τείνουν να υπεραπλουστεύουν τη μελέτη τους και φαίνεται ότι πολλά μεταναστευτικά κύματα, όχι μόνο ένα, έφτασαν στην αρχαία Ελλάδα. Πολλά περισσότερα θα μπορούσαν να είναι γνωστά αν διεξαγόταν μελέτη για τους αρχαίους Πελασγούς και άλλους πιθανούς εποίκους όπως οι Κύκλωπες (ή Γκοκούλας) και οι Μαγκεντάνιαν (Μακεδόνες) από την Ινδία. Οι ίδιοι οι Έλληνες δεν κατέγραψαν με σαφήνεια την ιστορία και προέλευση της αρχαίας Ελλάδας αλλά αρχαία Ινδικά κείμενα όπως οι Πουράνας, η Μαχαμπχαράτα και οι γενεαλογίες του Ρατζπούτ μπορεί να έχουν το κλειδί για να λυθούν κάποια από αυτά τα ερωτήματα. Ο καιρός που η Ιλιάδα και η Οδύσσεια θεωρούνταν τίποτα περισσότερο από μύθοι έχει περάσει και το ίδιο πρέπει τώρα να γίνει με τους Ινδικούς «θρύλους».

Υποσημειώσεις

  1. Βλ. «Τίρυνς – Ένας Οδηγός στην Ιστορία και την Αρχαιολογία της» από την Δρ. Άλκηστη Παπαδημητρίου, 2001, σ.6.
  2. Μυστική Δοξασία 2:437 σημ.
  3. «Οι Μυκηναίοι», βελτιωμένη έκδοση, 1983, σ. 7.
  4. (Εισαγωγή του Ντόρπφελντ στο Βιβλίο «Η Μυκηναϊκή Περίοδος- Μία Μελέτη των Μνημείων και του Πολιτισμού της Προ- Ομηρικής Ελλάδας» από τον Χρήστο Τσούντα και τον Τζ. Έρβινγκ Μάνατ (1897) σσ. xxvi-xxvii.
  5. Του ιδίου, σσ. 136-7.
  6. http://www.iol.ie/~geniet/eng/atreus.htm.
  7. Εισαγωγή του Γκλαντστόουν στο «Μυκήνες» του Ερίκου Σλίμαν (1880), σ. xxxv.
  8. Του ιδίου, σσ. xxxiii-iv.
  9. Βλέπε: «Από τις Σπηλιές και τη Ζούγκλα του Ινδουιστάν» σσ. 617-9, 627. Όπως η Ιλιάδα και η Οδύσσεια, τα Ινδικά Μαχαμπχαράτα και Πουράνας βασίζονται σε ιστορικά γεγονότα και μπορούμε να μάθουμε πολλά για την αρχαία ιστορία από αυτά τα κείμενα.
  10. Τίμαιος, #23.
  11. «Οι Περιπλανήσεις του Οδυσσέα: Μια Αλληγορία της Ψυχής», Τσαρλς Τζ. Ράιαν, «Σάνράιζ», Απρίλιος/ Μάιος 1982, σ. 148.
  12. «Ιστορία», 2:50.

Από το περιοδικό «Sunrise», Ιούνιος/ Ιούλιος και Αύγουστος/ Σεπτέμβριος 2005

© 2006 Greek translation by Aspasia Papadomichelaki, Theosophy.gr